giaourti-arthro

Σημαντική αύξηση των εξαγωγών γαλακτοκομικών προϊόντων καταγράφηκε το 2020, η οποία συνεχίζεται και το 2021

Ισχυρές αντοχές επέδειξε ο κλάδος των γαλακτοκομικών το 2020, παρά την επίδραση της πανδημίας, η οποία αφαίρεσε από την εξίσωση κυρίως το κομμάτι των πωλήσεων προς τον κλάδο της εστίασης. Η σημαντική αύξηση των εξαγωγών γαλακτοκομικών το 2020, η οποία συνεχίζεται και το 2021, αύξηση που καταγράφεται και στον συγγενή κλάδο των τυροκομικών, φαίνεται ότι αντιστάθμισε τις όποιες απώλειες από τη μείωση της κατανάλωσης στην εγχώρια αγορά.

Μάλιστα, τη φετινή χρονιά δεν έλειψαν οι περιπτώσεις εταιρειών του κλάδου που αύξησαν τους εξαγωγικούς τους προορισμούς, όπως για παράδειγμα η ΜΕΒΓΑΛ, ενώ το 2022 αναμένεται να ενισχύσουν το αποτύπωμά τους εντός και εκτός Ελλάδας μέσω καινοτόμων προϊόντων, όπως η ΔΩΔΩΝΗ με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα σνακ από φέτα, και όχι μόνο.

Οι κινήσεις αυτές συνδέονται αναμφίβολα και με τη συγκέντρωση που έχει επέλθει στον κλάδο, καθώς και με τη βελτίωση της χρηματοοικονομικής θέσης των επιχειρήσεων με «φρέσκα» κεφάλαια, όπως συνέβη στην περίπτωση της ΔΕΛΤΑ (θυγατρική της Vivartia) που πέρασε στον έλεγχο του fund CVC, της ΔΩΔΩΝΗΣ με τη συμμετοχή επίσης του CVC στο μετοχικό της κεφάλαιο, αλλά και της ΜΕΒΓΑΛ, με την είσοδο στο μετοχικό της κεφάλαιο του Σπύρου Θεοδωρόπουλου. Εξελίξεις που επιτρέπουν ή μάλλον διευκολύνουν την αύξηση των επενδύσεων και τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας.

Η συγκέντρωση που έχει επέλθει στον κλάδο διευκολύνει την αύξηση των επενδύσεων και τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην επικαιροποιημένη κλαδική μελέτη της εταιρείας Stochasis για τα γαλακτοκομικά προϊόντα, οι ελληνικές εξαγωγές γιαουρτιού, συμπεριλαμβανομένων και των επιδορπίων γιαουρτιού, ανήλθαν την πρώτη χρονιά της πανδημίας σε 104.022 τόνους από 90.596 τόνους το 2019 και σε αξία σε 204,15 εκατ. ευρώ έναντι 172,85 εκατ. ευρώ το 2019. Την περίοδο 2011-2020, στη διάρκεια δηλαδή της βαθιάς κρίσης, ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης των εξαγωγών γιαουρτιού διαμορφώθηκε σε 15,9%. Το 2020 το ελληνικό γιαούρτι έφτανε σε 67 χώρες, από 54 το 2016, με την Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο να αποτελούν τους κύριους προορισμούς (μερίδιο 68% συνολικά επί των εξαγόμενων ποσοτήτων το 2020). Η ΜΕΒΓΑΛ, μία από τις πλέον ιστορικές εταιρείες του κλάδου, ξεκίνησε μέσα στο 2021 να εξάγει γιαούρτι και φέτα στην Τσεχία, στην Ουγγαρία, στη Γεωργία αλλά και στη μακρινή Κίνα.

Η τάση αύξησης των ελληνικών εξαγωγών γιαουρτιού και συνολικά των γαλακτοκομικών συνεχίζεται και φέτος. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, η αξία των εξαγωγών γαλακτοκομικών της Ελλάδας στο οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2021 διαμορφώθηκε σε 659,44 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2020 κατά 15,2%, αλλά και κατά 15% σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019. Σημαντική αύξηση σημείωσαν το 2020 και οι εξαγωγές φέτας, καθώς ανήλθαν πέρυσι σε 80.843 τόνους έναντι 73.459 τόνων το 2019.

Αν και δεν αποτελεί το δυνατό στοιχείο της ελληνικής γαλακτοβιομηχανίας, αύξηση κατέγραψαν το 2020 και οι εξαγωγές βουτύρου. Συγκεκριμένα ανήλθαν στο υψηλότερο επίπεδο της περιόδου 2010-2020, σε 326 τόνους το 2020 έναντι 253 τόνων το 2019, με την αξία των εξαγωγών να φτάνει το 1,85 εκατ. ευρώ. Σε καλύτερα επίπεδα σε σύγκριση με το 2019, αλλά παραμένοντας σχετικά χαμηλά, διαμορφώθηκαν οι εξαγωγές γάλακτος και κρέμας γάλακτος. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της κλαδικής μελέτης της Stochasis, οι εξαγωγές γάλακτος και κρέμας γάλακτος ανήλθαν το 2020 σε 14.800 τόνους από 13.623 τόνους το 2019 και σε αξία έφτασαν πέρυσι τα 17,62 εκατ. ευρώ από 15,8 εκατ. ευρώ το 2019.

Στην εγχώρια αγορά, αύξηση της κατανάλωσης καταγράφηκε το 2020 μόνο στο συμπυκνωμένο γάλα, το γνωστό μας εβαπορέ, καθώς οι καταναλωτές, υπό τον φόβο του lockdown, στράφηκαν σε γάλα μακράς διαρκείας και ειδικά την άνοιξη του 2020 επιδόθηκαν στη ζαχαροπλαστική και στη μαγειρική. Ετσι, το 2020 η εγχώρια αγορά συμπυκνωμένου γάλακτος εμφάνισε αύξηση 6,5% σε σύγκριση με το 2019, φτάνοντας τους 133.395 τόνους από 125.229 τόνους το 2019. Αντιθέτως η αγορά του παστεριωμένου γάλακτος και του γάλακτος υψηλής παστερίωσης υποχώρησε κατά 7,8%. Εκεί πλέον, μετά και τη διακοπή της παραγωγής από τη ΔΕΛΤΑ το 2019 στο εργοστάσιο που είχε στο Πλατύ Ημαθίας, απόλυτος κυρίαρχος είναι η FrieslandCampina Hellas με το γνωστό μας ΝΟΥΝΟΥ.

Η νέα τάση

Μπορεί, βεβαίως, το αγελαδινό γάλα, στο οποίο σημειωτέον η Ελλάδα είναι ελλειμματική, να κατέχει την πρωτοκαθεδρία σε ό,τι αφορά την κατανάλωση, το κατσικίσιο όμως και το πρόβειο βρίσκονται σε άνοδο, λόγω της αύξησης των εξαγωγών της φέτας, αλλά και της στροφής των καταναλωτών σε γάλα και κυρίως σε γιαούρτι από κατσικίσιο ή πρόβειο γάλα. Πλέον όλες οι μεγάλες γαλακτοβιομηχανίες παράγουν προϊόντα από κατσικίσιο και πρόβειο γάλα, με την περίφημη πέτσα στο γιαούρτι να γίνεται πλέον… της μόδας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της STOCHASIS, η παραγωγή πρόβειου γάλακτος αυξήθηκε κατά 6,9% το 2020 σε σύγκριση με το 2019, ξεπερνώντας τους 688.000 τόνους. Ακόμη μεγαλύτερη ήταν η αύξηση της παραγωγής κατσικίσιου γάλακτος, κατά 9,5% το 2020 σε σύγκριση με το 2019, στους 157.587 τόνους και με αύξηση των παραγωγών κατά 14,8%. Ενα άλλο προϊόν που έρχεται από το παρελθόν, αλλά πλέον σε μοντέρνα μορφή, είναι το ξινόγαλα. Η εγχώρια αγορά αυξήθηκε κατά 13,4% το 2020 σε σύγκριση με το 2019, ενώ σε άνοδο βρίσκεται γενικότερα την τελευταία τετραετία.

ΠΗΓΗ : ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ

Share on facebook
Share on twitter
Share on linkedin
Share on email

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων.

 

Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών.